Ας ιδιωτικοποιηθούν τα πάντα, ας ιδιωτικοποιηθεί η θάλασσα και ο ουρανός, ας ιδιωτικοποιηθεί το νερό και ο αέρας, ας ιδιωτικοποιηθεί η Δικαιοσύνη και ο Νόμος, ας ιδιωτικοποιηθεί και το περαστικό σύννεφο, ας ιδιωτικοποιηθεί το όνειρο, ειδικά στην περίπτωση που γίνεται την ημέρα και με τα μάτια ανοιχτά. Και σαν κορωνίδα όλων των ιδιωτικοποιήσεων, ιδιωτικοποιήστε τα Κράτη, παραδώστε επιτέλους την εκμετάλλευση υμών των ιδίων σε εταιρίες του ιδιωτικού τομέα με διεθνή διαγωνισμό. Διότι εκεί ακριβώς βρίσκεται η σωτηρία του κόσμου… Και μια και μπήκατε στον κόπο, ιδιωτικοποιήστε στο φινάλε και την πουτάνα την μάνα που σας γέννησε.

Ζοζέ Σαραμάγκου

14.9.11

Μάνος 23.10.37 - 17.9.82








22 Οκτωβρίου 1937: Ο Μάνος Λοΐζος γεννιέται στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Είναι το μοναδικό παιδί του Ανδρέα Λοΐζου, παντοπώλη που έχει φτάσει εκεί το 1924 από τους Αγίους Βαβατσινιάς (ένα χωριό της Λάρνακας της Κύπρου), και της Δέσποινας Μανάκη, κόρης γεωπόνου από τη Ρόδο.

1951-1952: Όντας μαθητής του Αβερώφειου Γυμνασίου της Αλεξάνδρειας, έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με τη μουσική. Εγγράφεται σε τοπικό Ωδείο. Αρχίζει να μαθαίνει βιολί αλλά καταλήγει στην κιθάρα...

1954: Με συνομήλικους φίλους φτιάχνουν μια μικρή κομπανία που παίζει σε φιλικές και οικογενειακές εκδηλώσεις. Ο πατέρας του τού αγοράζει το πρώτο του πιάνο.

1955: Παίρνοντας το απολυτήριο του Αβερώφειου Γυμνασίου, έρχεται για ανώτερες σπουδές στην Αθήνα. Με τέσσερις φίλους από την Αλεξάνδρεια συγκατοικούν στο Κολωνάκι. Εγγράφεται στη Φαρμακευτική Σχολή.

1956: Εγκαταλείπει την Φαρμακευτική και μπαίνει στην Ανωτάτη Εμπορική.

1957: Οι ιδιόμορφες συνθήκες που διαμορφώνονται στην Αίγυπτο με την κατάληψη της εξουσίας από τον Νάσερ επιβάλλουν τη μόνιμη πια εγκατάστασή του στην Αθήνα. Αρχικά μένει στην Κυψέλη.

1958: Συντροφιά με το φίλο του, επίσης φοιτητή τότε, Φώτη Κωνσταντινίδη, μετακομίζει στη Νέα Σμύρνη. Εκεί αρχίζει να ανακαλύπτει τόσο την Μαρξιστική ιδεολογία όσο και το νέο μουσικό κίνημα που έχει αρχίσει να διαμορφώνεται με τις πρώτες "παρεμβάσεις" του Μάνου Χατζιδάκι και την ευρύτερη αναγνώριση του ρεμπέτικου.

1960-1961: Παίρνει την απόφαση να εγκαταλείψει την Ανωτάτη Εμπορική. Για να επιβιώσει κάνει διάφορες δουλειές, από γκαρσόνι σε ταβέρνα της Κω μέχρι γραφίστας σε διαφημιστικό γραφείο της πλατείας Κάνιγγος ή διακοσμητής. Φοιτά για λίγο στη Σχολή Βακαλό, αρχίζει να συνθέτει πιο εντατικά και βρίσκεται σε στενή επαφή με τους φοιτητικούς πολιτιστικούς μουσικούς κύκλους της Αριστεράς της εποχής. Στις 30 Δεκεμβρίου 1961 μια ομάδα 83 νέων - Φίλοι της Μουσικής του Μίκη Θεοδωράκη- θα στείλουν στον Τύπο επιστολή διαμαρτυρίας "δια την άδικον και αντιπνευματικήν στάσιν των Ραδιοφωνικών μας Σταθμών, έναντι των τραγουδιών του, δια του αποκλεισμού από τας εκπομπάς των". Το όνομα Μανώλης Λοΐζου είναι το δεύτερο στη σειρά.
1962: Μέσω μιας κοινής φίλης, έρχεται σε επαφή με τον Μίμη Πλέσσα κι εκείνος μεσολαβεί στην εταιρία Philips, έτσι ώστε να ηχογραφήσει το πρώτο του τραγούδι. Είναι το "Τραγούδι του δρόμου", ελληνική απόδοση του Νίκου Γκάτσου από ένα ποίημα του Lorca. Τους στίχους έχει "ανακαλύψει" δημοσιευμένους στο περιοδικό Επιθεώρηση Τέχνης. Τραγουδά ο Γιώργος Μούτσιος. Γίνεται ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος στο Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής (Σ.Φ.Ε.Μ.) που δημιουργείται τον Απρίλιο με στόχο τη στήριξη του έργου του Μίκη Θεοδωράκη αλλά και την προβολή νέων δημιουργών. Στις τάξεις του συλλόγου θα βρεθούν πολύ γρήγορα ο Χρήστος Λεοντής, ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ο Διονύσης Σαββόπουλος, η Μαρία Φαραντούρη, ο Νότης Μαυρουδής, ο Φώντας Λάδης, ο Μάνος Ελευθερίου και πολλοί άλλοι. Αναλαμβάνει τη διεύθυνση της χορωδίας του Σ.Φ.Ε.Μ. και με αυτή συμμετέχει το καλοκαίρι στις παραστάσεις της μουσικής επιθεώρησης του Μίκη Θεοδωράκη "Όμορφη Πόλη" που ανεβαίνει με μεγάλη επιτυχία στο θέατρο Πάρκ.







1963: Στις 11 Μαρτίου δίνουν από κοινού με το Χρήστο Λεοντή την πρώτη τους συναυλία στο θέατρο Ακροπόλ. Τα έσοδα της συναυλίας διατίθενται για το Δ΄ Πανσπουδαστικό Συνέδριο. Τη συναυλία προλογίζει ο Μίκης Θεοδωράκης λέγοντας τα καλύτερα λόγια για τους πρωταγωνιστές της. Μάλιστα, τους κάνει... δώρο μια πέτρα που κάποιος εκτόξευσε εναντίον του τον Οκτώβριο του 1961 κατά τη διάρκεια συναυλίας στη Νάουσα. Το καλοκαίρι παίζει κάποια από τα πρώτα του τραγούδια στο πλαίσιο της μουσικής επιθεώρησης "Μαγική Πόλις" που ανέβηκε στο θέατρο Πάρκ σε μουσική των Μίκη Θεοδωράκη και Μάνου Χατζιδάκι.
1964: Εμφανίζεται στην μπουάτ Στοά, στο Κολωνάκι, με τη Μαρία Φαραντούρη και το Γιώργο Ζωγράφο. Εκεί, κάποιο βράδυ, ένα νεαρό κορίτσι θα του δώσει δυο στίχους που θα παίξουν βασικό ρόλο στην κατοπινή πορεία του. Το κορίτσι είναι η Κωστούλα Μητροπούλου και οι στίχοι προορίζονται για τα τραγούδια "Ο δρόμος" και "Ο στρατιώτης".






1965: Το Μάρτιο παντρεύεται τη Μάρω Λήμνου, τη μετέπειτα συγγραφέα παιδικών βιβλίων, γνωστή ως Μάρω Λοΐζου. Με τη Μάρω έχουν γνωριστεί τρία χρόνια πριν στα παρασκήνια της "Όμορφης Πόλης", συνυπάρχουν στο Σ.Φ.Ε.Μ. και έχουν ήδη γράψει μαζί και κάποια τραγούδια. Δύο από αυτά, το "Νύχτα μικρή αρχόντισσα" και το "Φεγγάρι έρημο" τραγουδά σε δίσκο 45 στροφών ο Γιάννης Πουλόπουλος, εγκαινιάζοντας τη μικρή του συνεργασία με την δισκογραφική εταιρία Lyra του Αλέκου Πατσιφά. Θα ακολουθήσουν -με τον Γιάννη Πουλόπουλο πάλι- τα τραγούδια "Καράβια-Αλήτες" (στίχοι του Φώντα Λάδη), "Μικρός ο κόσμος γύρω μου" (στίχοι του Θανάση Χαμπίπη), "Ο δρόμος" με τη Σούλα Μπιρμπίλη (ένα ακόμα μελοποιημένο ποίημα του Lorca με ελληνικούς στίχους του Νίκου Γκάτσου), "H κιθάρα" και η "Πρωτομαγιά" σε στίχους Μάρως Λήμνου. Γνωρίζει τον Γιάννη Νεγρεπόντη και πάνω σε στίχους του γράφει το "Στρατιώτη", τον "Τρίτο Παγκόσμιο" και αρκετά ακόμα τραγούδια που θα παραμείνουν ανέκδοτα στη δισκογραφία, αλλά θα ακουστούν αρκετά στο πλαίσιο του νεολαιίστικου κινήματος της εποχής. Γράφει μουσική για το έργο του Lorca "Το Σπίτι της Μπερνάρντα Αλμπα" από την Αλέκα Κατσέλη, για τη "Ρέστια" που ανεβάζει η Αλκηστις Γάσπαρη και για το "Ένα Κορίτσι στο Παράθυρο" που ανεβάζει ο Μίμης Φωτόπουλος. Με μουσικές και τραγούδια του γυρίζεται η ταινία "Μπετόβεν και Μπουζούκι" του Ορέστη Λάσκου. Γνωρίζει το Λευτέρη Παπαδόπουλο.










1966: Τον Αύγουστο γεννιέται η κόρη του Μυρσίνη. Κυκλοφορεί από την εταιρία Οdeon, το πρώτο τραγούδι που γράφει πάνω σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου ("Αυτό τ' αγόρι" με την Αλέκα Μαβίλη) και γνωρίζει επιτυχία. Τα δύο επόμενα τραγούδια που γράφουν μαζί και κυκλοφορούν με ερμηνεύτρια τη Ζωή Φυτούση ("Σαββατόβραδο" και "Πώς τον αγαπώ") θα περάσουν μάλλον απαρατήρητα. Το Δεκέμβριο, παρουσιάζει για πρώτη φορά σε συναυλία στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά και με τραγουδιστές τη Μαρία Φαραντούρη και το Γιώργο Ζωγράφο, τον κύκλο τραγουδιών "Τα Νέγρικα" που έχει γράψει πάνω σε στίχους του Γιάννη Νεγρεπόντη. Είναι η πρώτη απόπειρα συνύπαρξης με τους σύγχρονους διεθνείς νεανικούς ρυθμούς και τα ηλεκτρικά όργανα.







1967: Το τραγούδι "Η δουλειά κάνει τους άντρες", με στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου, ακούγεται από την Ελένη Ροδά στην ταινία του Γρηγόρη Γρηγορίου "Τρούμπα '67". Το πραξικόπημα ματαιώνει κάποιες συναυλίες που διοργάνωσε η Πανσπουδαστική και στις οποίες επρόκειτο να παρουσιαστούν τα "Νέγρικα". Προκειμένου ν' αποφύγει τη σύλληψη, εγκαταλείπει την Ελλάδα το Σεπτέμβριο και εγκαθίσταται για ένα εξάμηνο στο Λονδίνο. Εκεί για να ζήσει με την οικογένειά του -που φτάνει λίγο αργότερα- παίζει μπουζούκι σε κυπριακές ταβέρνες.

1968: Επιστρέφοντας στην Αθήνα, ετοιμάζει μαζί με το Λευτέρη Παπαδόπουλο τον πρώτο του μεγάλο δίσκο. Ο "Σταθμός", που κυκλοφορεί στο τέλος της χρονιάς, εγκαινιάζει την ετικέτα Μinοs για λογαριασμό της δισκογραφικής εταιρίας στην οποία και θα παραμείνει έκτοτε. Παράλληλα, γράφει μουσική και τραγούδια για τις ταινίες του Ντίνου Δημόπουλου "Το Λεβεντόπαιδο" και "Η Νεράιδα και το Παλικάρι".

1969: Με το Λευτέρη Παπαδόπουλο γράφουν μουσική και τραγούδια για το ανέβασμα του μουσικοθεατρικού έργου του Αλκη Παππά "Γη S.O.S." από τον Αλέκο Αλεξανδράκη.









1970: Κυκλοφορούν οι "Θαλασσογραφίες", δεύτερος μεγάλος δίσκος του, πάλι με στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Παράλληλα, ηχογραφεί σκόρπια τραγούδια με τον Στέλιο Καζαντζίδη ("Δε θα ξαναγαπήσω", "Όταν βλέπετε να κλαίω") και το Γιάννη Καλατζή ("Παραμυθάκι μου", "Τα πλεούμενα").
1971: Γράφει μουσική για την ταινία του Αλέξη Δαμιανού "Ευδοκία". Το τραγούδι του "Αχ χελιδόνι μου" ηχογραφείται με το Γιώργο Νταλάρα και παράλληλα ακούγεται από τη Λίτσα Σακελλαρίου στην ταινία του Όμηρου Ευστρατιάδη "Η Ιδιωτική μου Ζωή", ενώ το "Μάνα δεν φυτέψαμε" ακούγεται από το Γιάννη Πάριο στην ταινία "Πρόκληση", επίσης του Ό.Ευστρατιάδη. Γράφει μουσική και τραγούδια για την ταινία του Ορέστη Λάσκου "Διακοπές στην Κύπρο".








1972: Κυκλοφορεί ο τρίτος μεγάλος δίσκος του ("Να 'Χαμε τι να 'Χαμε") σε στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου. Με τον Παπαδόπουλο γράφουν παράλληλα και κάποια τραγούδια που δε θα περάσουν από τη λογοκρισία της εποχής ("Ο αρχηγός", "Θα κλείσω το παράθυρο"), ενώ με δικούς του στίχους γράφει την "Πρώτη Μαΐου", τον "Τσε" και το "Μέρμηγκα". Γράφει τραγούδια για την ταινία του Τάκη Βουγιουκλάκη "Η Αλίκη Δικτάτωρ". Γίνεται ιδρυτικό στέλεχος της ΕΜΣΕ, του συνδικαλιστικού σωματείου των δημιουργών που θα ξεκινήσει με αφορμή την μεγάλη επέκταση της πειρατείας στο χώρο της δισκογραφίας.










1973: Η συνεργασία του με τον ποιητή Δημήτρη Χριστοδούλου ξεκινάει με ένα τραγούδι που ακούγεται στους τίτλους της ταινίας των Θανάση Ρεντζή και Νίκου Ζερβού "Μαύρο-Ασπρο": "Βγήκαμε κάποτε στο δρόμο κι ήμασταν δυο", τραγουδά η Χάρις Αλεξίου. Η μελωδία θα γίνει αργότερα πασίγνωστη με στίχους του ίδιου και με τίτλο "Καλημέρα ήλιε". Στα πλαίσια των αναζητήσεων του έξω από τις φόρμες του λαϊκού τραγουδιού, αρχίζει τη μελοποίηση ποιημάτων του Ναζίμ Χικμέτ, με ελληνική απόδοση του Γιάννη Ρίτσου. Το βράδυ της 17ης Νοεμβρίου συλλαμβάνεται στο σπίτι του στο Χολαργό και κρατείται δέκα μέρες.

1974: Τον Απρίλιο κυκλοφορεί ο δίσκος "Καλημέρα Ήλιε" με στίχους του Δημήτρη Χριστοδούλου. Μέσα στο ξέφρενο κλίμα της μεταπολίτευσης συμμετέχει σε μεγάλες λαϊκές συναυλίες της εποχής (με αποκορύφωμα τη συναυλία στο Γήπεδο του Παναθηναϊκού που θα καταγράψει ο Νίκος Κούνδουρος στην ταινία του "Τραγούδια της Φωτιάς") και, στο τέλος του χρόνου, κυκλοφορεί στο δίσκο "Τα Τραγούδια του Δρόμου", με όλα εκείνα τα τραγούδια του που είτε είχαν απαγορευτεί τα προηγούμενα χρόνια είτε δεν τους είχε επιτραπεί η ηχογράφηση από τη λογοκρισία της επταετίας.

1975: Στο τέλος της χρονιάς, εννιά χρόνια μετά την πρώτη τους παρουσίαση σε συναυλίες, κυκλοφορούν για πρώτη φορά στη δισκογραφία τα "Νέγρικα", με στίχους του Γιάννη Νεγρεπόντη.
1976: Τον Οκτώβριο κυκλοφορούν "Τα Τραγούδια μας", ένας κύκλος λαϊκών τραγουδιών με στίχους του Φώντα Λάδη που καταγράφουν με άμεσο λόγο το πολιτικό κλίμα της μεταπολίτευσης. Βρίσκουν θέση σε κάθε κοινωνικοπολιτική διεκδίκηση της εποχής αλλά, την ίδια στιγμή, γνωρίζουν και αρκετούς αποκλεισμούς και απαγορεύσεις από το επίσημο κράτος.








1978: Αναλαμβάνει την προεδρία της ΕΜΣΕ και πρωτοστατεί στη δημιουργία φορέα είσπραξης πνευματικών δικαιωμάτων. Παντρεύεται την ηθοποιό Δώρα Σιτζάνη.

1979: Τον Ιούνιο κυκλοφορεί ο δίσκος "Τα Τραγούδια της Χαρούλας", με στίχους του Μανώλη Ρασούλη και του Πυθαγόρα, άλμπουμ που σηματοδοτεί την -ύστερα από τόσα χρόνια δημιουργικής πολιτικής στράτευσης- εκ νέου κατεύθυνση του δημιουργού προς ένα "καθημερινό λαϊκό τραγούδι".








1980: Τον Οκτώβριο κυκλοφορεί ο δίσκος "Για μια Μέρα Ζωής" που είναι και ο τελευταίος του. Μέσα από τραγούδια με στίχους διαφόρων στιχουργών επιχειρεί μια προσέγγιση στον ηλεκτρικό ήχο της εποχής.
1981: Τον Μάιο πραγματοποιεί σειρά συναυλιών στο εξωτερικό (Καναδάς, Η.Π.Α., Αγγλία, Σουηδία). Τον Ιούνιο, μαζί με τον Χρήστο Λεοντή και τον Θάνο Μικρούτσικο, ξεκινούν σειρά κοινών συναυλιών ανά την Ελλάδα. Τον Οκτώβριο θα μπει στο Γενικό Κρατικό με περικαρδίτιδα και νεφρική ανεπάρκεια και, στο τέλος του χρόνου, θα ταξιδέψει στη Μόσχα για ιατρικές εξετάσεις.









1982: Στις 8 Ιουνίου θα χτυπηθεί από εγκεφαλικό επεισόδιο. Θα μείνει ένα μήνα στο νοσοκομείο και στις 16 Αυγούστου θα ταξιδέψει εκ νέου στη Μόσχα, προκειμένου να συνεχίσει τη νοσηλεία του. Στις 7 Σεπτεμβρίου θα υποστεί και δεύτερο εγκεφαλικό, το οποίο θα αποβεί μοιραίο. Δέκα μέρες αργότερα (17 Σεπτεμβρίου) θα φύγει...






12 σχόλια:

  1. Δικαιούται ένας στιγματισμένος νεοφιλελεύθερος, ακροδεξιός, πληρωμένος, τζιοιμισμένος μπλόκερ να συμφωνεί πως ο Λοίζος ήταν ένα από τα μεγαλύτερα κεφάλαια της ελληνικής μουσικής; – πιθανότατα το μεγαλύτερο, αν δεν…

    :)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Dis,

    Εξαιρετικότατη ανάρτηση!!!
    Λείπει όμως μια πιο λεπτομερής αναφορά στη πολιτική διάσταση του Μάνου Λοΐζου!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Στροβολιώτη,

    όντως μπαίνει σοβαρά το θέμα αν τελικά είναι ο μεγαλύτερος.

    Πάντως η άποψη μιας δογματικής, με κλειστό εγκέφαλο αριστερής είναι πως από τους αριστερούς ήταν ο μεγαλύτερος. Και αν αυτό θεωρηθεί ιεροσυλία προς τον Θεοδωράκη,δεν θα με πειράξει καθόλου! :)


    Ανευ,

    μπορεί να πρέπει να γίνει ξεχωριστή ανάφορα συνολικά για εκείνη τη περίοδο και τη συμβολή των συνθετών/ποιητών/σκηνοθετών κ.λ.π σ΄αυτή.

    πάντως όπως είπα και στον Στροβ χρειάζεται και μια μουσικολογική ανάλυση αλλά και μια ανάλυση για την θέση του Μάνου στο πάνθεον του μέλλοντος.γιατί στο πάνθεον του παρελθόντος κάποιοι άλλοι κρατάνε τα πρωτεία...

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Πιο "εσωτερικός" συνθέτης από οποιονδήποτε της εποχής του, πιο χαμηλόφωνος και λιτός ορχηστρικά από τα "τέρατα" της εποχής του, και με μια απ' τις χαρισματικότερες φωνές που έχω ακούσει στην ελληνική μουσική.

    Σημαντικότερος όλων των ομοτίμων του είναι εκεί που μετράει, στον ενδότερο κόσμο αυτών στους οποίους μίλησε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον. Με καθαρά ποσοτικά κριτήρια, έφυγε νωρίς για να μπορεί να συγκριθεί με τα "τέρατα".

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Ξέρεις καλύτερα από μένα πως δεν είναι θέμα ποσότητας. Σίγουρα ο πρόωρος θάνατος δεν αφηνει περιθώρια να επεξεργαστούμε στη βάση μεγαλύτερου δείγματος τη δουλειά του Μάνου.

    Και το έργο του Μίκη όμως δεν έτυχε "δίκαιης" αξιολόγησης κατά την ταπεινή μου άποψη. Περισσότερο θεωρήθηκε αυτονόητα τερατώδες λόγω της ευρείας αποδοχής του Μίκη καθώς και της συμβολής του - που δεν αμφισβητώ - στο λαϊκό επαναστατικό "αίσθημα".

    από εκεί και περα, ο Μίκης ήταν εντελώς αδύναμος ενορχηστρωτικά - βασικά εν ήσιεν ιδέα, για να ακριβολογούμε - και τα έργα του χωρίς το μαγικό χεράκι σπουδαίων ενορχηστρωτών δεν θα ήταν αυτά που ακούμε.

    επίσης μελωδικά ακολουθεί πολύ απλές επαναλαμβανόμενες γραμμές οι οποίες δεν δικαιολογούν την φήμη περί "τέρατος".

    Τέρας ήταν ως προς τον τρόπο που διαχειρίστηκε το ταλέντο του. Στο ότι μελοποίησε μεγάλους ποιητές, στο ότι γέμισε στάδια, στο ότι κράτησε μια δυναμική θέση ως καλλιτέχνης στη πολιτική. Μέχρι κάποιο διάστημα βέβαια.

    Συνθετικά είναι πολύ κοντά στον Μικρούτσικο στην πραγματικότητα. Ο οποίος ακολουθεί επίσης κάποια εντελώς απλά σχήματα, με έμφαση στο δυνατό στίχο και στις εκκωφαντικές κάποτε ηχητικές δυναμικές.


    αυτά όμως δεν αποτελούν επαρκείς ενδείξείς για την μουσικολογική αξία ενός εργου.

    σίγουρα δεν τον λες τέρας τον Μικρουτσικο!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. ο Χατζιδάκης όμως ήταν όντως τέρας, για να εξηγούμαστε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Το "τέρας" το εννοώ με όρους "επίσημου ειδικού βάρους", το οποίο εν μέρει οφείλεται στη δημοφιλία, εν μέρει στο εύρος των συνεργασιών με μουσικούς και ορχήστρες και την γενική αναγνωρισιμότητα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. ...υπήρχε και η ανάγκη κάποια συγκεκριμένη ιστορική περίοδο για ύπαρξη επιβλητικών "τεράτων'...έπρεπε παντού να μιλάμε με "τερατικά" μεγέθη.

    ο Μάνος, πιο προφητικά θεωρώ ανάγνωσε την πορεία της αριστεράς προς το μέλλον. τόσο πολιτικά όσο και συνθετικά.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Ο Θεοδωράκης τζιαι ο Χατζηδάκης εν μπορούν να κριθούν απλά στο πλαίσιο του "εντεχνου", ένα πλαίσιο που εδημιούργησαν οι ίδιοι. Υπάρχουν τα νεανικά έργα του Θεοδωράκη μουσικής δωματίου, ο οποίος μετά εσπούδασε με τον Messiaen. Τα έργα για σόλο πιάνο του Χατζηδάκι ο οποίος επαραδέχετουν ο ίδιος τις επιρροές από Satie, τζιαι με την επιστροφή του που την Αμερική έφερε τη μουσική του Copeland και λοιπών μοντερνιστών στην Ελλάδα. Ο Μικρούτσικος επίσης παίζει σε δύο ταμπλώ. αν θυμούμαι καλά ένα κείμενο του Αργύρη Ζήλου αναφέρει 3 συνθέτες ελληνικού τραγουδιού σαν ενδεικτικες περιπτώσεις: Ο Σαββόπουλος μετά τους πειραματισμούς του Μπάλλου/Βρώμικου Ψωμιού ενσωματώνει τα πειραματικά στοιχεία στην συμβατική τραγουδοποιία, ο Μικρούτσικος καταλήγει να γράφει 2 λογιών μουσική, πειραματική κλασσική + συμβατικό τραγούδι, ο ανδριόπουλος (νομίζω) καταλήγει να μεν γράφει τίποτε. Ο Θεοδωράκης νομίζω ότι υποφέρει που το σύνδρομο Μικρούτσικου, υπάρχει μια μανιέρα μαζικής παραγωγής, αλλά ξεχωρίζουν κάποια έργα που ξεφεύγουν που τη μανιέρα (Μαουτχάουζεν π.χ). Προς τιμή του Θεοδωράκη αντί να περιοριστεί στο τραγούδι ετόλμησε να κουντήσει το κοινόν του νάκκον πάρατζιει με πιο μεγάλες φόρμες: λαϊκό ορατόριο π.χ. Άξιον Εστί (τζιαι αντίστοιχα η καντάτα π.χ. Εποχή της Μελισσάνθης για τον Χατζηδάκι). Αλλά ακόμα τζιαι στα πιο συμβατικά έργα π.χ. Η γειτονιά των αγγέλων υπάρχει ένας λανθάνων μοντερνισμός/μινιμαλισμός κάτω που την επιφάνεια της "λαϊκής ορχήστρας".

    Ο Λοίζος αντίθετα κινείται σαφώς μόνο μέσα στο πλαίσιο του έντεχνου τραγουδιού χωρίς να γράψει είτε καθαρά κλασσική μουσική είτε μεγάλες φόρμες έντεχνου. Νομίζω ότι επίσης πάσχει από μανιέρες για λαϊκό ή πολιτικό τραγούδι αλλά κουντά τον ακροατή του πάρατζιει όι μέσω της φόρμας αλλά μέσω του ήχου. Π.χ. η τούμπα τζιαι το πιάνο με delay στην εισαγωγή του Μη με ρωτάς, η κιθάρα με phaser στο όλα σε θυμίζουν κλπ. Ίσως ο Λοίζος πετυχαίνει παραπάνω που τους άλλους επειδή αποφεύγει τους μεγάλους ποιητές τζιαι τες μεγάλες φόρμες με το πομπώδες ύφος που θα επροέκυπτε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. συμφωνώ - ανκαι είμαι επιφυλακτική στη διατύπωση "να κουντισει το κοινό του νακκον παρατζιει που το τραγούδι" - στη διαπίστωση για αυτό που ο Θεοδωράκης ονομασε "λαϊκό ορατόριο",δηλαδή στην αντιληψη και στάση, όχι μόνο του ίδιου αλλά και των Χατζηδάκι, Μαρκόπουλου και Ξαρχάκου περί "μουσικών έργων".

    και οι τέσσερεις -ίσως λιγότερο ο Ξαρχάκος - επέμειναν στη δημιουργία μουσικών έργων δηλαδή μουσικών αφηγημάτων μέσα από τη δισκογραφία.

    επιχείρησαν μεαυτό τον τρόπο να αφαιρέσουν από το τραγούδι την "αποσπασματικότητα του λόγου" και το ενέταξαν στα πλαίσια ενός μουσικού συνόλου.

    Ο Χατζηδάκις μάλιστα ήταν άκρως επίμονος - κάτι που αντικατοπτρίζεται και στην εχθρική του στάση προς τα ραδιόφωνα και τη τηλεόραση - και αρνήθηκε την αποσπασματική "μετάδοση" τραγουδιών από ένα δίσκο.

    Αυτό δεν χαρακτηρίζει τον Λοϊζο - εκτός ίσως από το "Γράμματα στην Αγαπημένη" - που είναι κατά τη δική μου άποψη και η καλυτερή του δουλειά.

    Και οι τέσσερεις συνθέτες που είπα πιο πάνω, είχαν κλασσική παιδεία και επέμειναν στη σύνδεση της κλασικής φόρμας με το ελληνικό τραγούδι περνώντας διάφορα στοιχεία - και κλεμμένα - στην ελληνική μουσική.

    Το μουσικό έργο ως μουσικό αφήγημα αναπόφευκτα νομίζω οδηγησε και τους τέσσερεις σε καποιου είδους "αφηγηματικό συγκεντρωτισμό" με σαφείς ιδεολογικές απολήξεις.

    Πιο εθνοκεντρικός ήταν ο Μίκης - κάτι που προσωπικά με αποξενώνει από το έργο του. Η ταύτιση του με την αριστερά "απαλύνει" κάπως τον εθνοκεντρισμό του, εφόσον κρίνεται στα συγκεκριμένα ιστορικά πλαίσια.

    Το γεγονός ότι ο Λοίζος εντάσσεται "μοιραία" στην απλοϊκή ίσως κατηγορία του έντεχνου, αντικατοπτρίζει και μια άλλη παράμετρο που έπαιξε νομίζω καθοριστικό ρόλο στο κτισιμο της ελληνικής μουσικής.

    Οι Χατζηδάκις, Θεοδωράκης, Μαρκόπουλος, Ξαρχάκος - αυτοί δηλαδή που βασικά έκτισαν τα μεγάλα εθνοκεντρικά ή ελληνοκεντρικά ή αρχαιοελληνοκεντρικά αφηγήματα - ήταν και οι τέσσερεις πιανίστες.

    Η διαδικασία σύνθεσης σε ένα πιάνο απέχει κατά πολύ από τη διαδικασία σύνθεσης σε ένα κλασικό/λαϊκό όργανο όπως είναι η κιθάρα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Δεν είναι καθόλου τυχαίο πως μέχρι και σήμερα όλοι όσοι συνθέτουν σε μη κλασικά όργανα, δεν ονομάζονται συνθέτες αλλά τραγουδοποιοί.

    μέχρι και ο Σαββόπουλος έζησε για χρόνια με αυτή την ετικέτα. αντίθετα δημιουργοί του ελαφρού τραγουδιού π.χ ο Χατζηνάσιος κατατάσσεται εξαρχής στους συνθέτες χωρίς να έχει δημιουργήσει "μουσικά εργα" παρά σκόρπια τραγούδια ενοποιημένα συνήθως κάτω από τη φωνή του ερμηνευτή και όχι ως ενοποιημένη συνθετική ολότητα.

    στον αντίποδα βέβαια ήταν το ρεμπέτικο.

    υπήρξε δηλαδή μια εσωτερική πάλη μεταξύ δύο λαίκών μορφών, των λαϊκών/κλασσικών έργων και του ρεμπέτικου.

    δεν ήταν τυχαία η ανάδειξη από τον Χατζηδάκι του ρεμπέτικου βέρσους των λαίκών έργων των σταδίων...

    ο Λοίζος δεν έγραψε υπό το βάρος του μεγάλου δυτικοτροπου μουσικού αφηγήματος. δεν τον ενδιέφερε καν να το πράξει αυτό.

    περισσότερο απελευθέρωσε τις μουσικές φόρμες και διερεύνησε τα όρια της μουσικής σύνθεσης, εξού και η ποικιλοτροπία στο έργο του.

    από τη στιγμή όμως που το μουσικό του έργο ήταν ένα στοχευμένο πολιτικά έργο, θεωρώ την δική του προσέγγιση ως μια τουλάχιστον ενδιαφέρουσα εναλλαχτική και όπως είπα πιο πριν "προφητική" προσέγγιση για το τέλος του πολιτιστικού εθνοκεντρισμού στην ελληνική κουλτούρα.

    το έργο του Μάνου δεν είναι πρώτα ελληνικό και μετά μουσικό. Είναι πρώτα μουσικό και μετά ελληνικό.

    φυσικά μπορούμε να πούμε κι αλλα παρα πολλά σχετικά με την εξέλιξη της ελληνικής μουσικής κατά το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. μπήκα και στο σάιτ σου.

    ουάου!!! μπαίνει λινκ τώρα!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή